chacune

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
chacune < θηλυκό του chacun

Αντωνυμία

[επεξεργασία]

chacune (fr) θηλυκό