cil
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
cil (fr)
- το ματοτσίνορo, η βλεφαρίδα; το γάγγλιο, το τσίνορο