constantes
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]constantes (fr)
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος μετοχής
[επεξεργασία]cōnstantēs (la)
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, αρσενικού ή θηλυκού γένους του cōnstāns