contortionist
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]contortionist (τσίρκο) "άνθρωπος λάστιχο", ευλύγιστος περφόρμερ-γυμναστής
contortionist (τσίρκο) "άνθρωπος λάστιχο", ευλύγιστος περφόρμερ-γυμναστής