descent

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

descent (en)

  • η κάθοδος
    The descent took us two hours.
    Η κάθοδος μας πήρε δυο ώρες.