dispeli

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

dispeli < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα dispeli
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας dispelas dispelanta dispelata
αόριστος dispelis dispelinta dispelita
μέλλοντας dispelos dispelonta dispelota
υποθετική dispelus - -
προστακτική dispelu - -

dispeli (eo)