duminicã
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρωμουνικά (βλάχικα) (roa-rup)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
duminicã (roa-rup) θηλυκό (πληθυντικός duminits)
duminicã (roa-rup) θηλυκό (πληθυντικός duminits)