Μετάβαση στο περιεχόμενο

easiness

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

easiness (en)

  1. η ευκολία (το να είναι κάτι εύκολο, απλό)
  2. το συναίσθημα που νιώθει κάποιος όταν είναι χαλαρός και χωρίς προβλήματα