Λύμπεκ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Λύμπεκ < μη απλοποιημένη μεταγραφή για τη γερμανική Lübeck, με την αρχή της αντιστρεψιμότητας μεταξύ της ελληνικής και γερμανικής γραφής
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Λύμπεκ ουδέτερο άκλιτο
- παλαιότερη γραφή του Λίμπεκ