epidemie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
epidemie (pl)
- epidemia στην ονομαστική, αιτιατική και κλητική του πληθυντικού
Ρουμανικά (ro)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
epidemie (ro) θηλυκό
Τσεχικά (cs)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
epidemie (cs) θηλυκό
- η επιδημία