estonteco
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]estonteco (eo)
- το μέλλον
- neniu ne scias sian estontecon, κανείς δεν γνωρίζει το μέλλον του
estonteco (eo)