fazzoletto
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
fazzoletto (it)
- χαρτομάντιλο κομμάτι ύφασμα ή χαρτί.
- Ένα κομμάτι από το χαρτί κουζίνας, το κόβω να σκουπίσω τα χέρια μου.
- Το μικρό ύφασμα που μπαίνει στο τσεπάκι του σακακιού.