feint
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]feint < λατινικά: fictus προσποιητός, ψευδής, αναληθής
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]feint (en)
feint < λατινικά: fictus προσποιητός, ψευδής, αναληθής
feint (en)