forvaporiĝi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

forvaporiĝi < for (μακριά) + vaporo (ατμός) + iĝi (γίνομαι)

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα forvaporiĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας forvaporiĝas forvaporiĝanta forvaporiĝata
αόριστος forvaporiĝis forvaporiĝinta forvaporiĝita
μέλλοντας forvaporiĝos forvaporiĝonta forvaporiĝota
υποθετική forvaporiĝus - -
προστακτική forvaporiĝu - -

forvaporiĝi (eo)

Άλλες γραφές[επεξεργασία]