fractionate

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ρήμα[επεξεργασία]

fractionate (en)

  • αποστάζω κλασματικά, εκτελώ/κάνω κλασματική απόσταξη

Συγγενικά[επεξεργασία]