freedom
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
freedom | freedoms |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]freedom (en)
- (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο) η ελευθερία
- ⮡ The ideal of democracy is freedom and the advancement of the individual.
- Το ιδεώδες της δημοκρατίας είναι η ελευθερία και η ανάδειξη του ατόμου.
- ⮡ The ideal of democracy is freedom and the advancement of the individual.