gorgonzola
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλικιανά (gl)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]gorgonzola (gl)
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]gorgonzola (fr)
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- gorgonzola < λομβαρδική
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]gorgonzola (it)
Καταλανικά (ca)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]gorgonzola (ca)
Κατηγορίες:
- Γαλικιανή γλώσσα
- Ουσιαστικά (γαλικιανά)
- Τρόφιμα (γαλικιανά)
- Γαλλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (γαλλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γαλλικά)
- Τρόφιμα (γαλλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λομβαρδικά (ιταλικά)
- Ιταλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (ιταλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ιταλικά)
- Τρόφιμα (ιταλικά)
- Καταλανική γλώσσα
- Ουσιαστικά (καταλανικά)
- Τρόφιμα (καταλανικά)