λομβαρδικά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Κατηγορία:Λομβαρδική γλώσσα

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Wikipedia logo
Wikipedia logo
Η Βικιπαίδεια έχει άρθρο για το θέμα:
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα λομβαρδικά
      γενική των λομβαρδικών
    αιτιατική τα λομβαρδικά
     κλητική λομβαρδικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

λομβαρδικά < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου λομβαρδικός στον πληθυντικό

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

λομβαρδικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Σημειώσεις[επεξεργασία]

  • κωδικός γλώσσας: lmo

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]