hamlet
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]hamlet (en)
- χωριουδάκι, οικισμός· οικισμός μικρότερος από χωριό
- (βρετανικό) χωριό χωρίς δική του εκκλησία
- ψάρι του γένους Hypoplectrus της οικογένειας Serranidae