hvidløg
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Δανικά
(da)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
hvidløg
(da)
(
λαχανικό
)
σκόρδο
Κατηγορίες
:
Δανική γλώσσα
Ουσιαστικά (δανικά)
Λαχανικά (δανικά)
Φυτά (δανικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
Νέα συντακτών
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
Azərbaycanca
Dansk
English
Esperanto
Eesti
Euskara
Suomi
Français
Galego
Magyar
Ido
ಕನ್ನಡ
Kurdî
ລາວ
Nederlands
Norsk
Polski
Română
Русский
Svenska
Oʻzbekcha/ўзбекча
中文