infarct

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ρήμα[επεξεργασία]

  • φράζω, βουλώνω, αποφράζω (μόνο με την έννοια φράζω)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

  • φράξιμο, βούλωμα, απόφραξη (μόνο με την έννοια φράξιμο), φραγμός