keyboard shortcut
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]keyboard shortcut (en)
Συνώνυμα
[επεξεργασία]- accelerating key, accelerator key, keyboard accelerator
- hotkey, hot key
- key combo
- keybinding, key binding
- shortcut key
Υπερώνυμα
[επεξεργασία]Υπώνυμα
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- keyboard shortcut στην αγγλική Βικιπαίδεια
- Keyboard shortcuts, εικόνες στα Wikimedia Commons
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ (αγγλικά) Keyboard shortcut. Προσπέλαση 2020-04-07