komuniiĝi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

komuniiĝi < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα komuniiĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας komuniiĝas komuniiĝanta komuniiĝata
αόριστος komuniiĝis komuniiĝinta komuniiĝita
μέλλοντας komuniiĝos komuniiĝonta komuniiĝota
υποθετική komuniiĝus - -
προστακτική komuniiĝu - -

komuniiĝi (eo)