lørdag
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νορβηγικά (no)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
lørdag
(no)
Σάββατο
Κατηγορίες
:
Νορβηγική γλώσσα
Ουσιαστικά (νορβηγικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Παραλλαγές
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
συνεισφορά
Δημιουργήστε!
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
δείτε
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
Afrikaans
Asturianu
Azərbaycanca
Čeština
Cymraeg
Dansk
Deutsch
English
Esperanto
Español
Eesti
Euskara
Suomi
Føroyskt
Français
Frysk
Galego
Magyar
Ido
Íslenska
Italiano
日本語
Kalaallisut
한국어
Lëtzebuergesch
ລາວ
Lietuvių
Malagasy
Plattdüütsch
Nederlands
Norsk
Polski
Português
Română
Русский
Slovenščina
Svenska
Тоҷикӣ
Türkçe
Tiếng Việt
中文