luni
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρωμουνικά (βλάχικα) (roa-rup)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]luni (roa-rup) θηλυκό
Ρουμανικά (ro)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]luni (ro) θηλυκό