médialement

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

médialement < médial

Επίρρημα[επεξεργασία]

médialement (fr)

  1. στη μέση
    lettre placée médialement - γράμμα ευρισκόμενο στη μέση (μιας λέξης)