malarstwo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /maˈlarstfɔ/
- ⓘ
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]malarstwo (pl)ουδέτερο
Συγγενικά
[επεξεργασία]→ δείτε τη λέξη malować
malarstwo (pl)ουδέτερο
→ δείτε τη λέξη malować