mistletoe

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

mistletoe (en)

  • το γκι
    ※  It’s the most beautiful time of the year,
    Lights fill the streets spreading so much cheer
    I should be playing in the winter snow
    But I’m-a be under the mistletoe
    Απόσπασμα στίχων από το τραγούδι Mistletoe, (2011) Τζάστιν Μπίμπερ