morfar
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Σουηδικά (sv)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
morfar (sv)
- ο παππούς (ο πατέρας της μητέρας)
morfar (sv)