métrologie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
métrologie | métrologies |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
métrologie (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
métrologie | métrologies |
métrologie (fr) θηλυκό