Μετάβαση στο περιεχόμενο

nocita

Από Βικιλεξικό

Εσπεράντο (eo)

[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

nocita (eo)

  • αόριστος της επιθετικής παθητικής μετοχής του ρήματος noci