on a par with

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Έκφραση[επεξεργασία]

on a par with (en)

  1. (ως επίθετο)ισάξιος, ισοδύναμος, ίσος
  2. (ως επίρρημα) παρόμοια με, παρομοίως με, στην ίδια θέση-κατάσταση, το ίδιο με