organizi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

organizi < organiz- + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα organizi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας organizas organizanta organizata
αόριστος organizis organizinta organizita
μέλλοντας organizos organizonta organizota
υποθετική organizus - -
προστακτική organizu - -

organizi (eo)