osto
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]osto (eo)
- το κόκαλο
Ίντο (io)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]osto (io)
- το κόκαλο
osto (eo)
osto (io)