otrov
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Βοσνιακά (bs)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]otrov (bs) αρσενικό
Κροατικά (hr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]otrov (hr) αρσενικό
Σερβικά (sr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]otrov (sr)
- λατινική γραφή του отров