oval-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

oval- < αγγλική oval, γαλλική ovale, πολωνική owalny

Ρίζα[επεξεργασία]

oval- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: οβάλ

Παράγωγα[επεξεργασία]