pacjentka

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
pacjentka < θηλυκό από το pacjent

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

pacjentka (pl) θηλυκό