painterly

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

painterly (en)

  • (ζωγραφική) με χοντρή πινελιά, με εμφανή τα σημάδια της τεχνικής, τραχιά εκτέλεση

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • painterly στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια