prezencik
Εμφάνιση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]prezencik < υποκοριστικό του prezent
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]prezencik (pl) αρσενικό
prezencik < υποκοριστικό του prezent
prezencik (pl) αρσενικό