rachunek całkowy

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
→ δείτε τη λέξη  rachunek και całkowy

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

rachunek całkowy (pl) αρσενικό