reformi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

reformi < reform- + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα reformi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας reformas reformanta reformata
αόριστος reformis reforminta reformita
μέλλοντας reformos reformonta reformota
υποθετική reformus - -
προστακτική reformu - -

reformi (eo)