reserĉi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

reserĉi < reserĉ- + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα reserĉi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας reserĉas reserĉanta reserĉata
αόριστος reserĉis reserĉinta reserĉita
μέλλοντας reserĉos reserĉonta reserĉota
υποθετική reserĉus - -
προστακτική reserĉu - -

reserĉi (eo)

Άλλες γραφές[επεξεργασία]

resercxi, reserchi, reserc'i