retractable
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]retractable (en) (χωρίς παραθετικά)
- ανοιγοκλειόμενος
- ⮡ retractable awnings - ανοιγοκλυόμενες τέντες
retractable (en) (χωρίς παραθετικά)