rondigi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
rondigi < rond- + -ig- + -i
ρήμα rondigi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας rondigas rondiganta rondigata
αόριστος rondigis rondiginta rondigita
μέλλοντας rondigos rondigonta rondigota
υποθετική rondigus - -
προστακτική rondigu - -

rondigi (eo)