salat
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Δανικά (da)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]salat (da)
Νορβηγικά (no)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]salat (no)
salat (da)
salat (no)