sarkastyczny
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
sarkastyczny (pl) < sarkazm (pl)
Επίθετο[επεξεργασία]
sarkastyczny (pl)
sarkastyczny (pl) < sarkazm (pl)
sarkastyczny (pl)