sekskuniĝinta
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
sekskuniĝinta
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
sekskuniĝinta (eo)
- αόριστος της επιθετικής ενεργητικής μετοχής του ρήματος sekskuniĝi
sekskuniĝinta
sekskuniĝinta (eo)