sol-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

sol- < ιταλική solo, γαλλική seul...

Ρίζα[επεξεργασία]

sol- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: μόνος

Παράγωγα[επεξεργασία]

...