Μετάβαση στο περιεχόμενο

stingy

Από Βικιλεξικό
παραθετικά
θετικός stingy
συγκριτικός stingier
υπερθετικός stingiest

Επίθετο

[επεξεργασία]

stingy (en) (ανεπίσημο)

  • τσιγκούνης
      He is so stingy that he doesn’t even give his angel water.
    Είναι τόσο τσιγκούνης που δε δίνει ούτε του αγγέλου του νερό.

Σύνθετα

[επεξεργασία]