sunlight

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
sunlight < sun + light

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

sunlight (en) (μη μετρήσιμο)

  • το ηλιόφως, το ηλιακό φως
    Part of the sunlight which falls on the Moon is reflected back to the Earth.
    Ένα μέρος του ηλιακού φωτός που πέφτει στη Σελήνη αντανακλάται στη γη.